του Ηλία Μπέλλου, kathimerini.gr*

Η ελληνική αγορά πεντάστερων και τετράστερων ξενοδοχείων εξακολουθεί να συγκεντρώνει το ενδιαφέρον τόσο Ελλήνων όσο και ξένων επενδυτών. Ωστόσο, για την ώρα, δείχνουν ότι προτιμούν να τηρούν στάση αναμονής, έως ότου ξεκαθαρίσει ο τρόπος με τον οποίο οι τράπεζες θα χειριστούν τελικά το θέμα με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που βαραίνουν τον κλάδο. Ξένα επενδυτικά κεφάλαια έχουν αρχίσει να «χαρτογραφούν» την αγορά και γνωρίζουν λεπτομέρειες για τα πρώτης κατηγορίας ξενοδοχειακά ακίνητα που ελέγχουν οι συστημικές τράπεζες της χώρας.

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, η αξία των μη εξυπηρετούμενων δανείων που αφορούν ξενοδοχεία φτάνει τα 2,5 δισ. ευρώ, ενώ άλλα 3 δισ. ευρώ δάνεια βρίσκονται σε καθυστέρηση 90 ημερών. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της NAI Hellas, που ανήκει στο αμερικανικό Private equity C-III Capital Partners LLC, η αγοραία αξία των ξενοδοχείων 5 αστέρων στην Ελλάδα ξεπερνά τα 10 δισ. ευρώ, ενώ των ξενοδοχείων 4 αστέρων υπολογίζεται στα 6,5 δισ. ευρώ. Οι δε αγοραίες αξίες των δωματίων τους κυμαίνονται από 35.000 έως 65.000 ευρώ για τα δεύτερης κατηγορίας 4στερα ξενοδοχεία και από 65.000 έως 95.000 για τα πρώτης κατηγορίας 4στερα. Για τα ξενοδοχεία 5 αστέρων, σύμφωνα με τη NAI Hellas, οι αγοραίες αξίες των δωματίων κυμαίνονται πλέον από 100.000 έως και 160.000 ανάλογα με την τοποθεσία, ενώ οι αντίστοιχες αξίες των δωματίων 5στερων ξενοδοχείων πολυτελούς κατηγορίας είναι πολύ υψηλότερες και φτάνουν έως και 400.000.

Η σταθερά θετική απόδοση του τουρισμού στην Ελλάδα έχει οδηγήσει στην αύξηση του κύκλου εργασιών, καθώς και των προ φόρων, τόκων, αποσβέσεων και δικαιωμάτων μειοψηφίας κερδών (EBITDA) του κλάδου, κάτι που με τη σειρά του ανοίγει τον δρόμο για νέες επενδύσεις, αλλά και για την αναβάθμιση του υπάρχοντος αποθέματος ξενοδοχείων.

Ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης ανοδικής πορείας του τουρισμού από το 2013, η αγορά των ξενοδοχειακών ακινήτων εμφανίζεται ως ένα από τα πιο ενδιαφέροντα θέματα στο ελληνικό real estate, τόσο το 2014 όσο και το 2015. Νέα ξενοδοχεία 5 και 4 αστέρων άνοιξαν στην ελληνική αγορά υπό τη διεύθυνση μεγάλων διεθνών εταιρειών διαχείρισης ξενοδοχειακών μονάδων, ενώ μεγάλοι όμιλοι επέκτειναν την παρουσία τους. Έτσι η Marriott International επέστρεψε στην ελληνική αγορά, αναλαμβάνοντας τη διαχείριση του ξενοδοχείου Domes of Elounda. Τα ξενοδοχεία Four Season σχεδιάζουν τη λειτουργία ενός νέου ξενοδοχείου στη Μύκονο, ο όμιλος Carlson Rezidor θα αναλάβει τη διαχείριση του Radisson Blue Beach Resort & Spa στο Λασίθι, το 2016 και η Intercontinental συμφώνησε να αναλάβει τη διαχείριση ενός νέου ξενοδοχείου στη Σαντορίνη. Περαιτέρω επέκταση στην ελληνική αγορά αναμένεται και από τον όμιλο Grecotel με το άνοιγμα 5 νέων ξενοδοχείων και την ανακαίνιση υπαρχόντων. Μέσα στο 2015, δύο από τα πολυτελή ξενοδοχεία του ομίλου στο Ρέθυμνο, το Caramel Grecotel Boutique Resort και το White Palace Grecotel Luxury Resort, επαναλειτούργησαν, ενώ μέσα στο 2014, ο όμιλος εγκαινίασε το ανακατασκευασμένο Pallas Athena Grecotel Boutique Hotel που βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας και συμπεριλήφθη στο διεθνές δίκτυο των Small Luxury Hotels of the World. Τέλος, στα βόρεια προάστια της Αθήνας, η Domotel Hotels & Resorts άνοιξε στη Νέα Ερυθραία τον περασμένο Οκτώβριο το νέο Domotel Kastri Hotel, ξενοδοχείο 5 αστέρων με 86 δωμάτια.

Η επεκτατική διάθεση των ξενοδοχειακών ομίλων και των διεθνών εταιρειών διαχείρισης ξενοδοχειακών μονάδων διαμορφώνει μια ενδιαφέρουσα τάση για το 2016, οπότε και αναμένεται το άνοιγμα σημαντικού αριθμού νέων ξενοδοχείων μεταξύ των οποίων και στην Αθήνα. Συγκεκριμένα, τα ξενοδοχεία Electra μίσθωσαν το πρώην κτίριο του υπουργείου Παιδείας επί της Μητροπόλεως και έχουν ήδη ξεκινήσει την κατασκευή ξενοδοχείου 5 αστέρων, 220 δωματίων. Λίγο πιο κάτω στην οδό Μητροπόλεως, μεγάλος όμιλος ξενοδοχείων σχεδιάζει την ανακατασκευή του διατηρητέου κτιρίου που στέγαζε το κατάστημα του Χυτήρογλου σε boutique hotel.

Η αγορά 4στερων

Η αγορά των ακινήτων τετράστερων και πεντάστερων ξενοδοχείων, σε αντίθεση με το ευρύτερο ελληνικό real estate, έχει ήδη περάσει εδώ και μια διετία σε θετικό πρόσημο, γεγονός που οφείλεται στις ιδιαίτερα υψηλές επιδόσεις του ελληνικού τουρισμού καθώς και στις προσδοκίες για συνέχιση της ανάπτυξης του κλάδου για τα ερχόμενα δύο με τρία έτη.

(*) Διαβάστε το υπόλοιπο άρθρο στο: kathimerini.gr